To Chill and read διάβασε πρόσφατα το βιβλίο “Κάθε ηλιοβασίλεμα“, το πρώτο βιβλίο της κυρίας Μαίρης Παπαπαύλου, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.
Το βιβλίο άφησε καλές εντυπώσεις, γι’ αυτό και το Chill and read θέλησε να γνωρίσει λίγο καλύτερα τη συγγραφέα του και να τη γνωρίσετε κι εσείς! Η κυρία Παπαπαύλου δέχτηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις του Chill and read και να μας παραχωρήσει αυτή τη μικρή συνέντευξη.
- “Κάθε ηλιοβασίλεμα” ονομάζεται το πρώτο σας βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Ποιο ήταν το έναυσμα για αυτό σας το εγχείρημα;
Το 2010 ξεκίνησα σπουδές στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου (Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό) γιατί ήταν κάτι που πάντα ήθελα να κάνω. (Μια Μαρίνα και εγώ – αν και για μένα ήταν δεύτερο πτυχίο). Μέσα στο πανεπιστήμιο λοιπόν, γνώρισα πάρα πολλές «Μαρίνες». Γυναίκες που παντρεύτηκαν σε νεαρή ηλικία και δεν πρόλαβαν να σπουδάσουν, γυναίκες που ήθελαν να σπουδάσουν αλλά δεν τους το επέτρεψαν οι γονείς, ούτε οι συνθήκες. Έβλεπα λοιπόν τον ενθουσιασμό και τη φλόγα στο βλέμμα τους κάθε φορά που συναντιόμασταν στην αίθουσα του Πανεπιστημίου και αυτό ήταν το έναυσμα που με οδήγησε να γράψω το βιβλίο. Ένα βιβλίο για όλες αυτές τις Μαρίνες που είχαν βάλει τα θέλω των άλλων πάνω από τα δικά τους για πολλά, πολλά χρόνια. θεωρώ πως το βιβλίο είναι αφιερωμένο στις γυναίκες γιατί εκ φύσεως κάνουν τις περισσότερες θυσίες όπως επίσης θεωρώ πως το γυναικείο φύλο είναι παραγκωνισμένο.
- Πόσο εύκολο ή δύσκολο για σας ήταν να γράψετε το πρώτο σας βιβλίο;
Ειλικρινά, ήταν πολύ πιο εύκολο από όσο πίστευα πως θα ήταν, πριν το επιχειρήσω. Έγραφα κατά καιρούς σε περιοδικά και στην Αθήνα και στη Λευκωσία, και στην Αυστραλία που έζησα και εργάστηκα στην ελληνική εφημερίδα. Ήμουν εξοικειωμένη με την πένα. Το βιβλίο το ξεκίνησα χωρίς να έχω κάποιο πλάνο ούτε κάποιο σενάριο στο μυαλό μου. Η Μαρίνα με πήγε μόνη της όπου ήθελε εκείνη. Όσο το έγραφα, με ρωτούσαν κάποιοι στενοί φίλοι πως θα εξελισσόταν η ιστορία ή πως τελείωνε το βιβλίο και τους έλεγα πως δεν ήξερα ακόμα και ήταν αλήθεια.
- Παρόλο που κατάγεστε από τη Λευκωσία και πλέον ζείτε εκεί, επιλέγετε να τοποθετήσετε την ιστορία σας στην Αθήνα, σαν πόλη-βάση, αλλά και σε άλλες πόλεις. Γιατί αυτό;
Τα πιο όμορφα χρόνια της ζωής μου τα έζησα στην Αθήνα. Συνολικά οκτώ, τα φοιτητικά και τα πρώτα χρόνια του γάμου μου, επίσης, ο σύζυγός μου είναι Ελλαδίτης. Γι’ αυτό και οι δεσμοί μου με την Ελλάδα είναι στενοί και άρρηκτοι. Όσο Κύπρια νοιώθω, άλλο τόσο νοιώθω Ελλαδίτισσα. Επίσης το να κάνω ταξίδια κοντινά ή μακρινά είναι για μένα συστατικό απαραίτητο για να έχω ισορροπία. Εκτός από τη Λευκωσία που γεννήθηκα και μεγάλωσα έζησα στο Σύδνεϋ, στη Λιλ της Γαλλίας και στην Αθήνα και ταξίδεψα για διακοπές σε πολλά μέρη. Το οξύμωρο είναι πως στην Καζαμπλάνκα και στη Σαντορίνη δεν έχω πάει ποτέ. Είναι μέσα στους υποψήφιους μελλοντικούς προορισμούς μου.
- Η ηρωίδα του βιβλίου, η Μαρίνα, είναι μια απλή καθημερινή γυναίκα, μια γυναίκα της διπλανής πόρτας θα λέγαμε, που αναλώνεται στην καθημερινή ρουτίνα. Βασίσατε το χαρακτήρα της Μαρίνας ή κάποιον άλλο χαρακτήρα, σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο;
Αν και το βιβλίο είναι κατά 95% μυθοπλασία κάποια γεγονότα τα βίωσα, τα άκουσα ή τα είδα και κάποια ονόματα ανήκουν σε ανθρώπους που γνώρισα κάπου, κάποτε και απλά χρησιμοποίησα τα ονόματά τους. Για παράδειγμα όταν η Μαρίνα έχασε τους γονείς της, τα συναισθήματα θλίψης και απώλειας ήταν αυτά που εγώ είχα βιώσει όταν σε διάστημα τεσσάρων χρόνων έχασα και τους δύο γονείς μου. Θα σας πω και αυτό: η Μαρίνα είναι εγώ, εσείς, μια φίλη ή μια γνωστή μας, μια μακρινή συγγενής. Ίσως ακόμα να είναι η άγνωστη που συναντάμε στο περίπτερο ή η κοπέλα που μας φτιάχνει τα μαλλιά στο κομμωτήριο.
- Εξελίχθηκαν όλοι οι χαρακτήρες και η πλοκή του βιβλίου όπως τα είχατε στο μυαλό σας; Ή μήπως υπήρχαν κάποιες στιγμές που σας εξέπληξαν;
Πάντα με εξέπλητταν. Ειδικά οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες. Ο Νασίρ εξελίχθηκε σε έναν τρυφερό, αληθινό και υπέροχο άντρα, ένα αρσενικό που δεν δείλιασε να δείξει την ευάλωτη πλευρά του χαρακτήρα του ούτε τα συναισθήματα του. Όσο για τη Μαρίνα δεν πίστευα πως θα είχε την τόλμη να ζήσει αυτό τον έρωτα μέχρι το τέλος. Μου είχε αφήσει την αίσθηση πως τα «πρέπει» της ήταν τεράστια και αξεπέραστα. Με εξέπληξε ευχάριστα που τελικά τόλμησε.
Η Μαρίνα και ο Νασίρ είναι δυο άνθρωποι μαγικοί. Σε γοητεύουν και σε κάνουν να τους αγαπάς και τους ζηλεύεις ταυτόχρονα. Θες να ζήσεις αυτό που έζησαν και συνάμα σε τρομάζει το μεγαλείο και το βάθος των αισθημάτων τους.
- Ποιο στοιχείο είναι αυτό που καθιστά το “Κάθε ηλιοβασίλεμα” διαφορετικό από τα άλλα βιβλία; Γιατί να το διαβάσει κάποιος;
Είναι ένα βιβλίο απλά γραμμένο, ρομαντικό, τρυφερό, δεν έχει ίντριγκες ούτε κρυμμένα μυστικά, περιέχει όμορφα κοινωνικά μηνύματα όπως αυτό της φιλίας, της οικογένειας, του έρωτα και είναι γεμάτο αισιοδοξία τελικά. Κάποια σχόλια φίλων που το διάβασαν ήταν «Θέλω να πάω στο Παρίσι, θέλω να πάω στην Σαντορίνη, θέλω να ξαναερωτευτώ. Άρα ναι, είναι αισιόδοξο τελικά. Διαβάζεται ευχάριστα και είναι ιδανικό για τις καλοκαιρινές διακοπές.
- Έχετε επηρεαστεί στον τρόπο γραφής σας από άλλους συγγραφείς; Αν ναι από ποιους και με ποιο τρόπο;
Δεν ξέρω αν έχω επηρεαστεί και αν το έχω κάνει δεν το έχω αντιληφθεί, αισθάνομαι πως το γράψιμο μου βγαίνει αυθόρμητα. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι πως από τους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς θαυμάζω απεριόριστα το Φρέντυ Γερμανό.
- Και τέλος, ποια είναι τα 5 αγαπημένα σας βιβλία όλων των εποχών;
Τα αγαπημένα μου βιβλία είναι πολλά και είναι σίγουρα πάνω από πέντε. Λατρεύω το διάβασμα, άλλο ένα κοινό στοιχείο που έχω με τη Μαρίνα. Όταν οι συμφοιτήτριες μου στην Αθήνα αγόραζαν ρούχα και Φο μπιζού εγώ αγόραζα βιβλία από τα καρότσια στη Πανεπιστημίου. Αν όμως πρέπει να αναφέρω μόνο πέντε θα πω «Το μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι» του Λουί Ντε Μπερνιέ, το «Ποτέ χωρίς την κόρη μου» της Μπέτι Μαχμουντί, «Το λουλούδι της ερήμου της Γουόρις Ντίρι , και από τα νεανικά μου χρόνια το «Τερέζα», και «Η Εκτέλεση» και τα δύο του Φρέντυ Γερμανού που όπως σας είπα και πριν, λατρεύω.
Τίτλος: Κάθε ηλιοβασίλεμα
Συγγραφέας: Μαίρη Παπαπαύλου
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Ημερομηνία έκδοσης: Μάιος 2017
Αριθμός σελίδων: 456