Γράφει η Γεωργία Κωστοπούλου
Στο Βερολίνο του 1944, ένας λοχαγός των SS, αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ένα έγκλημα και να συλλάβει έναν, όπως φαίνεται καθ’ έξιν δολοφόνο. Είναι ήδη Μάιος και το Βερολίνο βάλλεται από τα πυρά και τους βομβαρδισμούς των συμμάχων, όμως ο λοχαγός Φόγκλερ θα βρει έναν ιδιαίτερο τρόπο ώστε να εξιχνιάσει τα εγκλήματα και να παραδώσει τον ένοχο στη δικαιοσύνη. Θα ζητήσει και θα έχει τη βοήθεια του πρώην Επιθεωρητή Οπενχάιμερ. Δεν υπάρχει άνθρωπος αυτές τις μέρες σε ολόκληρη την Ευρώπη που θα μπορούσε να αρνηθεί κάτι σε αξιωματούχο των SS, όμως η επιλογή του Φόγκλερ είναι λιγάκι ιδιότυπη καθώς ο πρώην Επιθεωρητής είναι Εβραίος! Ένας από τους λίγους που υπάρχουν ακόμα στο Βερολίνο, προφανώς χάρη στο γεγονός ότι είναι παντρεμένος με Άρια.
Αν και θα περίμενε κανείς ο Οπενχάιμερ να βρίσκεται σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης, αν όχι νεκρός, και η γυναίκα του να έχει υποστεί τουλάχιστον τον εξευτελισμό της ξυρισμένης κεφαλής, εντούτοις οι δυο τους ζουν σε ένα Εβραϊκό σπίτι, μαζί με άλλους Εβραίους, που για κάποιο λόγο φυτοζωούν ακόμα στην πρωτεύουσα του Ράιχ. Δεν είναι απίθανο, όμως ούτε και συνηθισμένο. Όπως και να έχει όμως, η συγκεκριμένη περίπτωση εξυπηρετεί τα μέγιστα την πλοκή της ιστορίας και το λοχαγό Φόγκλερ που διεξάγει την έρευνα και έχει έτσι στο δυναμικό της ομάδας του έναν έμπειρο επιθεωρητή που έχει έρθει ξανά αντιμέτωπος με κατά συρροήν δολοφόνο και ξέρει πως να κινηθεί.
Το βιβλίο είναι μια μίξη ιστορικού και αστυνομικού μυθιστορήματος. Το ιστορικό κομμάτι είναι πολύ έντονο και φαίνεται να είναι το δυνατό στοιχείο του συγγραφέα. Η ενδελεχής έρευνα έχει αποδώσει, καθώς χρησιμοποιεί με μαεστρία τα ιστορικά στοιχεία σαν σκηνικό για την εξέλιξη της αστυνομικής ιστορίας του. Οι βομβαρδισμοί της πόλης του Βερολίνου είναι παρόντες, όπως και τα αποτελέσματα αυτών. Ακόμα και η απόβαση στη Νορμανδία παίζει ρόλο, καθώς χρονικά εντάσσεται στην περίοδο που εξελίσσεται η ιστορία μας, οπότε και χρησιμοποιείται τρόπον τινά, ώστε να αποδώσει τα χαρακτηριστικά και την ατμόσφαιρα που επικρατούσε λίγο πριν την απόβαση αλλά και μετά, τόσο στον απλό κόσμο του Βερολίνου, όσο και στις υπηρεσίες του Ράιχ.
Το Βερολίνο παρουσιάζεται όπως και στα βιβλία του Kerr, αρκετά διχασμένο. Η εξουσία και οι αξιωματούχοι που φυσικά βρίσκονται παντού στην πόλη αλλά και στα περισσότερα σημεία της χώρας, είναι όπως θα περίμενε κανείς πωρωμένοι με το καθεστώς. Οι απλοί πολίτες όμως δεν είναι όλοι υπέρ του Χίτλερ, αφού δεν ήταν λίγοι οι Βερολινέζοι που περίμεναν πως και πως να τελειώσει ο εφιάλτης, άσχετα με το τι έδειχναν ανοιχτά για να μη στοχοποιηθούν. Ακόμα και όταν ο ρωσικός στρατός μπήκε στην πόλη, πολλοί δεν περίμεναν τις ακρότητες που ακολούθησαν, θεωρώντας τους σωτήρες, αν και ουσιαστικά ήταν τέρατα, κρίνοντας από τα όσα έκαναν στον άμαχο πληθυσμό και ειδικά στις γυναίκες. Άλλωστε είναι γνωστό πως τη μεγαλύτερη δύναμη ο Χίτλερ την είχε στο νότο, στα σύνορα Βαυαρίας Αυστρίας που είχε και το εξοχικό του.
Ευτυχώς ο συγγραφέας δεν αναλώνεται με τα δεινά που υπέστησαν τόσοι και τόσοι Εβραίοι, παρά μόνο στο βαθμό που χρειάζεται ώστε να δώσει την πρέπουσα σημασία και την υφέρπουσα ατμόσφαιρα, χωρίς όμως να παρασυρθεί σε μονοπάτια που δεν θα είχαν τίποτα να προσφέρουν στη ροή της συγκεκριμένης ιστορίας. Φυσικά και δεν θα ήταν δυνατόν να δεχτεί κανένας Γερμανός τη συγκεκριμένη περίοδο εντολές από έναν Εβραίο, ούτε και θα απαντούσε σε ερωτήσει που μπορεί να έκανε σχετικά με κάποια αστυνομική έρευνα. Οι «κατώτεροι» άνθρωποι όπως τους θεωρούσαν οι Ναζί, δεν θα μπορούσαν να κατέχουν στο Βερολίνο του 1944 μια θέση ισχύος. Η λύση που βρήκε ο συγγραφέας δεν είναι πολύ αληθοφανής και δύσκολα θα πίστευε κάποιος ότι ο Υπουργός Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς θα δεχόταν κάτι τέτοιο αδιαμαρτύρητα, όμως, αν λάβει κανείς υπόψιν του πως ο απώτερος σκοπός των SS ήταν να λήξει η έρευνα με τέτοιο τρόπο που δε θα αμαυρώνεται κανένα στέλεχος του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, τότε βγαίνει νόημα. Αν ήταν κάποιος να την πληρώσει, σε κάθε περίπτωση ήταν πιο εύκολο να κατηγορηθεί ένας Εβραίος.
Ο Gilbers έχει το δικό του στιλ γραφής που παντρεύει την ιστορία με το αστυνομικό ή το νουάρ καλύτερα. Είναι ένα ύφος που εμένα προσωπικά μου ταιριάζει, καθώς μπορώ να μην κολλήσω σε αυστηρά κριτήρια και να αφεθώ να απολαύσω το βιβλίο. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι το πρώτο της σειράς που αρχικά προοριζόταν για τριλογία. Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, τα πρώτα τρία βιβλία έχουν κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο και αναμένεται και το τέταρτο.
Λίγα λόγια για τo συγγραφέα
O Harald Gilbers γεννήθηκε το 1969 στο Νιντερχάιν της Γερµανίας. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Ιστορία στο Άουγκσµπουργκ και το Μόναχο. Εργάστηκε ως δηµοσιογράφος στην τηλεόραση και ως θεατρικός σκηνοθέτης, πριν ασχοληθεί µε τη συγγραφή. Το Σκοτεινό Βερολίνο ήταν το πρώτο του βιβλίο και το πρώτο µέρος της τριλογίας Germania, για το οποίο τιµήθηκε µε το βραβείο Friedrich Glauser. Ακολούθησαν τα δύο επόµενα βιβλία της τριλογίας µε πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Οπενχάιµερ, τα οποία γνώρισαν ιδιαίτερη επιτυχία τόσο στη Γερµανία όσο και στις χώρες όπου µεταφράστηκαν (Γαλλία — Prix Historia 2016 για το δεύτερο µέρος της τριλογίας), και έπεται συνέχεια.
Για να διαβάσετε περισσότερα για το βιβλίο και τον συγγραφέα: Facebook
[…] ο Ρίχαρντ Οπενχάιμερ μου είναι πολύ συμπαθής! Μετά το «Σκοτεινό Βερολίνο» συνέχισα με το δεύτερο βιβλίο της σειράς, αφού έχοντας […]
[…] άποψη του Chill and read για τα βιβλία θα βρείτε στο blog: «Σκοτεινό Βερολίνο» «Οι γιοι του Όντιν» «Οι τελευταίες […]