Γράφει η Γεωργία Κωστοπούλου
Η πέμπτη ιστορία με ήρωα τον επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη είναι γεγονός και όλοι οι φαν του σπεύδουν να τη διαβάσουν. Όχι δεν είναι αστείο, ο Άντερς έχει φαν κλαμπ, για το Γιαννίση δεν ορκίζομαι!
Εν μέσω απεργιακών κινητοποιήσεων της Αστυνομίας της Σουηδίας, μια γυναίκα βρίσκεται απαγχονισμένη στο σπίτι της από ένα γείτονά της. Ο γιος της λείπει. Ένα σημείωμα υπάρχει μόνο που γράφει «ΑΘΩΟΣ». Τι να σημαίνει άραγε και τι μπορεί να οδήγησε τη γυναίκα στην αποτρόπαια αυτή πράξη;
Δώδεκα χρόνια πριν, ο Φαϊζάλ Αμπντί συνελήφθει για τη δολοφονία μιας δεκαεξάχρονης μαθήτριας στο σχολείο που δούλευε ως επιστάτης. Η ομολογία του και η περιγραφή του εγκλήματος που διέπραξε δεν άφησε καμία αμφιβολία στους αστυνομικούς, ούτε όμως και στη δίκη που ακολούθησε. Ο Αμπντί καταδικάστηκε σε ισόβεια φυλάκιση.
Η γυναίκα που αυτοκτόνησε, ήταν η γυναίκα του Φαϊζάλ Αμπντί. Χωρίς κάποιο άλλο πιθανό και ορατό κίνητρο για την αυτοχειρία, η αστυνομία επικεντρώνεται στο σημείωμα και προσπαθεί να καταλάβει γιατί η γυναίκα έφτασε μέχρι αυτό το σημείο. Ο επιθεωρητής Άντερς Οικονομίδης, θέλει να μάθει περισσότερα για την παλιά εκείνη υπόθεση που έκλεισε πριν δώδεκα χρόνια, στέλνοντας τον Φαϊζάλ στη φυλακή. Είναι όντως αθώος όπως ισχυρίζεται η οικογένειά του; Ή μήπως ήταν ένοχος τελικά; Μήπως υπήρχε συνεργός ή ηθικός αυτουργός; Ο Οικονομίδης θα αρχίσει να σκαλίζει το παρελθόν και τα αρχεία της Αστυνομίας μέχρι να βγάλει άκρη, μέχρι να έχει μια εξήγηση για το τι συνέβη με ατράνταχτα στοιχεία.
Ένα από τα στοιχεία που είναι παρόντα στα βιβλία του Γιαννίση άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο είναι ο ρατσισμός. Έτσι και αυτή τη φορά, έχουμε άλλον ένα «μαυροκέφαλο» σύμφωνα με κάποιους από τους χαρακτήρες της ιστορίας που πήρε αυτό που του άξιζε. Ο Φαϊζάλ είναι από τη Σομαλία, που σημαίνει ότι αφενός έχει ζήσει πολύ δύσκολες στιγμές στην πατρίδα του και αφετέρου, είναι πολύ εύκολο να στοχοποιηθεί σαν θύμα ρατσισμού. Ένας άνθρωπος που δεν γνωρίζει καλά τη γλώσσα και που υπάρχει κατά γενικό κανόνα μια κάποια προκατάληψη απέναντί του, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν πέρασε από δίκαιη δίκη. Και το ίδιο φαίνεται πως αναρωτιέται και ο Οικονομίδης. Και είναι πολύ εύκολο να ακολουθήσει ένα τέτοιο ίχνος, λαμβάνοντας υπόψιν τα λάθη και τις παραλήψεις που έγιναν στη δίκη, αλλά και άλλους τους υπόπτους για την υπόθεση. Όταν έχεις ένα Σομαλό επιστάτη απέναντι από μια παρέα δεκαεξάχρονων κοριτσιών, φαίνεται πως η πλάστιγγα θα γύρει κατά του Σομαλού, κατά του μαυροκέφαλου, του ξένου. Δυστυχώς είναι πολλοί που θα σκεφτούν με τον ίδιο τρόπο, και ειδικότερα όταν πρόκειται για το φόνο ενός κοριτσιού και ο Γιαννίσης μας παρουσιάζει με τον πιο εφευρετικό τρόπο πόσο εύκολο είναι να πέσουμε στην παγίδα και να πιστέψουμε αυτό που θέλουμε, αυτό που βλέπουμε ξεκάθαρο μπροστά μας.
Ένα άλλο στοιχείο που επίσης διαφαίνεται στα βιβλία του Βαγγέλη, αν και όχι πάντα ευδιάκριτα, είναι η διαφθορά και δη η διαφθορά που υπάρχει στο αστυνομικό σώμα. Όταν κάποιος βρίσκεται σε θέση ισχύος, θα την εκμεταλλευτεί προς ίδιον όφελος. Όμως να μην ξεχνάμε ότι και οι μπάτσοι έχουν το μπάτσο τους και ευχαριστώ πολύ το Βαγγέλη που το έκανε φανερό. Δε χρειάζεται να δουλεύεις για τις Εσωτερικές Υποθέσεις, ή όπως αλλιώς το λένε. Αρκεί να υποστηρίζεις το δίκαιο όπου υπάρχει, να μην αφήνεις την αδικία να περνάει απαρατήρητη και να μην την καλύπτεις, αλλά και να μην εκφοβίζεσαι από ανθρώπους που έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Δυστυχώς αυτό με την εξουσία δεν περιορίζεται μόνο στους αστυνομικούς αλλά και σε όλους τους τομείς. Ένα μικρό ψήγμα του δίνει ο συγγραφέας και σε άλλα σημεία του βιβλίου. Ένα εξ αυτών σε μια πρόταση, που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη γιατί πολύ απλά έρχεται σαν γροθιά από το πουθενά. Άλλο περίμενες να λέει και άλλο λέει τελικά!
Μεγάλο μέρος του βιβλίου έχει αφιερωθεί είτε φανερά είτε όχι και τόσο στο bullying. Μία ακόμα μάστιγα της εποχής που δε θα πρέπει να την παίρνει κανείς αψήφιστα. Τα σημερινά παιδιά έχουν απίστευτα πολλά και πολλές φορές λάθος ερεθίσματα. Για κάποιο λόγο, που προσωπικά πιστεύω πως έγκειται στην ανατροφή του παιδιού και το στενό του οικογενειακό περιβάλλον, πολλά νέα παιδιά δεν νοιάζονται για το τι είναι σωστό και τι λάθος, τι είναι ηθικό και τι όχι, αλλά ούτε και νοιάζονται για τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους. Η απόλυτη προσοχή τους είναι στραμμένη στον ίδιο τους τον εαυτό και η απληστία, σε κάθε τομέα της ζωής τους, έχει τον πρώτο ρόλο. Τέτοιοι χαρακτήρες βέβαια είναι ότι πρέπει για Αστυνομικό μυθιστόρημα οπότε και ο συγγραφέας αξιοποιεί στο μέγιστο τα εργαλεία που του παρέχονται και κάνει και τον αναγνώστη να σκεφτεί λίγο παραπάνω. Και πριν βιαστούμε να πούμε ότι «τέτοια πράγματα δε συμβαίνουν στην Ελλάδα» ή ότι «φταίει που δεν έχουν καθόλου ήλιο εκεί πάνω» ας αναλογιστούμε λίγο τι βλέπουμε στα δελτία ειδήσεων, τι ακούμε από τα παιδιά μας, που μακάρι να κάνουν τέτοιες συζητήσεις μαζί μας, ή από φίλους ή τα παιδιά φίλων. Δεν είμαστε μακριά από ακραίες συμπεριφορές, ούτε εμείς ούτε τα παιδιά. Το αντίθετο μάλιστα, τώρα που υπάρχει πλέον πρόσβαση σε ιστορίες κάθε είδους από τον προσωπικό υπολογιστή ή το κινητό του καθενός.
Εν κατακλείδι, όχι δεν είναι ένα κοινωνικό βιβλίο. Είναι ένα αστυνομικό με έντονα κοινωνικά στοιχεία, τα οποία όμως είναι αναπόσπαστα μέρη της πλοκής και δίνουν τα ίχνη που χρειάζεται ο αναγνώστης ώστε να φτάσει μέχρι τον πραγματικό ένοχο. Αν τον φτάσει. Πότε βγαίνει το επόμενο βιβλίο είπαμε;;;
Λίγα λόγια για το συγγραφέα

[…] μας άφησε να περιμένουμε δυο χρόνια μετά το «Αμαρόκ» και εφόσον μας έδωσε πρώτα μια «Λεωφόρο Αλεξάνδρας […]