Γράφει η Γεωργία Κωστοπούλου
Κάθε χρόνο, με αφορμή το μνημόσυνο του πατέρα της, η Νικόλ Πομάνου, μια καλλιτέχνις που τον τελευταία χρόνια ασχολείται με την ξυλογλυπτική, ανεβαίνει στο χωριό που μεγάλωσε στην Κομοτηνή για να συναντηθεί με τη μητέρα της και τις αδερφές της. Το Κρυφό, όπως λένε το χωριό, είναι κοντά στο Δάσος των Μανιταριών, ένα μέρος που επισκέπτονταν παλιά με τον πατέρα της και από το οποίο έχει πολλές αναμνήσεις.
Το άτυπο μνημόσυνο της οικογένειας Πομάνου, είναι ένα δείπνο, στο οποίο όμως δεν εμφανίζεται η μικρή αδερφή, η Άλκηστη. Η εξαφάνιση της Άλκηστης ταράζει τις ισορροπίες της οικογένειας και αναστατώνει όχι μόνο το χωριό, αλλά και ολόκληρη την πόλη της Κομοτηνής. Γιατί, ενώ η Άλκηστη αγνοείται, μια γυναίκα βρίσκεται νεκρή στον υγροβιότοπο του Εθνικού Πάρκου Θράκης.
Η Αστυνόμος Λουκίδη, παλιά συμμαθήτρια της Νικόλ, έχει αναλάβει και τις δύο υποθέσεις. Και την εξαφάνιση της Άλκηστης αλλά και τη δολοφονία της γυναίκας που βρέθηκε με παραμορφωμένο το πρόσωπό της. Η δουλειά της είναι δύσκολη, καθώς η κοινωνία είναι μικρή και έχει ταραχτεί, αλλά και λόγω της ιδιομορφίας της περιοχής. Οι χειρισμοί θα πρέπει να είναι λεπτοί ώστε να μη δημιουργηθεί θέμα με τη μουσουλμανική μειονότητα της Κομοτηνής και γενικότερα της Θράκης.
Ο Δημήτρης Σίμος καταφέρνει για άλλη μια φορά να θίξει προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας και τομείς όπου αυτή χωλαίνει. Θίγει την αδερφική ζήλια αλλά ταυτόχρονα εκθειάζει την αδερφική αγάπη. Φέρνει στο επίκεντρο τα προβλήματα της επαρχίας, της μικρής κοινωνίας που τόσο αρέσκεται να τονίζει, ενώ παράλληλα θυμίζει σε όσους είναι μακριά από τέτοιες τοπικές κοινωνίες, πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες όταν υπάρχουν μειονότητες, όπως αυτή των μουσουλμάνων στη Θράκη.
Το «Σώσε με» έχει τρεις αδερφές και είναι μοιραίο, αλλά και βασικό στοιχείο της πλοκής, να ασχοληθεί ο συγγραφέας με τις σχέσεις μεταξύ των τριών αδερφών. Συνήθως υπάρχει μια αδυναμία είτε στο μικρότερο παιδί, είτε στο μεγαλύτερο, σε μια οικογένεια. Όταν όμως υπάρχουν τρία παιδιά, το μεσαίο αισθάνεται κατά βάση παραγκωνισμένο. Στην περίπτωση των αδερφών Πομάνου βέβαια δεν ήταν έτσι. Ένα θέμα υγείας διατάραξε τις αναμενόμενες σχέσεις και δημιούργησε διαφορετικούς δεσμούς. Δεν μπόρεσε όμως να απαλείψει κάποια συναισθήματα και συμπεριφορές που έδωσαν το έναυσμα για την ιστορία που διαβάζουμε.
Οι μικρές τοπικές κοινωνίες παρουσιάζουν πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν πρόκειται για ιστορίες όπως αυτή. Το γεγονός ότι οι περισσότεροι γνωρίζονται μεταξύ τους και δύσκολα μπορεί κάποιος να παρανομήσει και να κρυφτεί, είναι ένα από τα στοιχεία της μικρής κοινωνίας. Οι απιστίες είναι από τα πιο συνήθη παραπτώματα και από τα πιο αγαπημένα θέματα συζήτησης στις αυλές. Οι άνθρωποι προτιμούν να συζητούν για απατημένες συζύγους σε άλλα σπιτικά, αρκεί το δικό τους να μην συμπεριληφθεί ποτέ σε αυτή τη λίστα. Κάπως έτσι όλα έρχονται στο φως και τίποτα δε μένει κρυφό. Παράλληλα όμως και με τον ίδιο γνώμονα, τα πιο άσχημα, τα πιο θηριώδη εγκλήματα κρύβονται πιο αριστοτεχνικά, είτε είναι λίγοι αυτοί που τα γνωρίζουν είτε είναι πολλοί. Και ενώ κανείς θα πίστευε πως είναι ασφαλής από τερατώδεις συμπεριφορές σε μια μικρή κοινωνία, εντούτοις η ζωή έχει δείξει πως εκεί είναι που ανθίζουν αυτές οι πράξεις. Ένα στοιχείο που καλά κάνει και μας θυμίζει ο Σίμος μέσα από το βιβλίο του.
Διαβάζοντας το «Σώσε με» έμεινα έκπληκτη από τον τρόπο που ο συγγραφέας έχει αποδώσει τους γυναικείους χαρακτήρες, οι οποίοι και κυριαρχούν στο βιβλίο. Τα συναισθήματα, οι σκέψεις, οι πράξεις και οι αντιδράσεις τους δε θυμίζουν σε τίποτα πως το βιβλίο έχει γραφτεί από άντρα συγγραφέα. Όσα περιγράφει, όσα ζουν, έζησαν, θυμούνται οι ηρωίδες του, φαίνεται σαν να τα ζει ή να τα αναθυμάται κι ο ίδιος μαζί τους. Τόσο ρεαλιστική είναι η απόδοσή τους. Πρόκειται για σωστά δομημένους και ψυχογραφημένους χαρακτήρες που κάνουν τη διαφορά καθώς τα προσωπικά βιώματα και τα κρυμμένα μυστικά τους είναι αυτά που οδηγούν την πλοκή.
Ένα από τα χαρακτηριστικά που εκτιμώ στο Δημήτρη Σίμο είναι η εξέλιξη στη γραφή του. Αγαπάει αυτό που κάνει και προσπαθεί να το κάνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ακούει τις συμβουλές που του δίνουν όσοι τυχόν ξέρουν περισσότερα είτε για τη συγγραφή είτε για το θέμα με το οποίο καταπιάνεται. Διαβάζει τις κριτικές των αναγνωστών και μαθαίνει μέσα από αυτές πως να γίνει καλύτερος. Ποια είναι τα στοιχεία που πρέπει να βελτιώσει και τα κάνει πράξη. Το τέταρτο αυτό βιβλίο του Σίμου είναι και το πιο ώριμό του συγγραφικά. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον!
Μπράβο Δημήτρη!
Λίγα λόγια για το συγγραφέα
Ο Δημήτρης Σίμος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1987. Τα Βατράχια, η πρώτη του συγγραφική δουλειά, έλαβε την πρώτη θέση στον πανελλήνιο διαγωνισμό μυθιστορήματος Ασημένια Σελίδα, ενώ ήταν υποψήφιος για το βραβείο Νέου λογοτέχνη από το λογοτεχνικό περιοδικό Κλεψύδρα. Δραστηριοποιείται παράλληλα ως σεναριογράφος. Τον Ιανουάριο του 2016 έγινε δεκτός στην Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας, αποτελώντας ένα από τα νεαρότερα μέλη της.
[…] βάζει γυαλιά σε όσους είπαν ότι δε θα ξαναγράψει άλλο «Σώσε με». Μπορεί να τον στερηθήκαμε πέρυσι γιατί ήταν […]