Γράφει η Γεωργία Κωστοπούλου
Σε ένα θάλαμο νοσοκομείου, δύο άτομα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους περνούν την ώρα τους χωρίς να πραγματικά να μιλάνε ο ένας στον άλλο. Ο αναγνώστης όμως λαμβάνει από τα χείλη τους τρεις διαφορετικούς μονολόγους με θέμα τη μοναξιά, την ασθένεια, το θάνατο, τη φιλία, τον έρωτα και τη ζωή. Η αφήγηση του καθενός δίνει τη δική του σκοπιά και τη δική του εμπειρία από αυτό το ταξίδι που το λένε ζωή. Αναθυμούνται γεγονότα από παλιές ηλικίες, γεγονότα που τους σημάδεψαν, γεγονότα που διαμόρφωσαν το χαρακτήρα τους και τη μετέπειτα ζωή τους. Όλα αυτά που τους μεταμόρφωσαν σε αυτό που είναι σήμερα που βρίσκονται σε αυτό το θάλαμο νοσοκομείου.
Ο ένας από τους δύο είναι ο φροντιστής νοσοκόμος, αν και σπούδασε παιδαγωγικά, που είναι πλέον στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του και έχει βάλει σκοπό να ολοκληρώσει το παζλ που φτιάχνει από καιρό με θέμα τον πίνακα με τα σιταροχώραφα του Βαν Γκογκ που κοσμεί το εξώφυλλο. Μαζί με τα κομμάτια του παζλ, προσπαθεί να ανασυνθέσει και τη ζωή του και να νιώσει ολοκληρωμένος ενήλικας. Μέσα από τις αναμνήσεις της μητέρας του, προσπαθεί να φτιάξει νέες ευτυχισμένες αναμνήσεις που θα τον αποκόψουν από το παιδί που συνέχιζε να είναι μέχρι σήμερα και θα τον οδηγήσουν στην πολυπόθητη ενηλικίωση. Ο άλλος είναι ο ασθενής που είναι καθηλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου.
Αυτή η παιδική αθωότητα του φροντιστή είναι που τον ωθεί να βοηθάει τους ανθρώπους και να θυμίσει στον αναγνώστη ότι μπορεί οι καιροί να είναι δύσκολοι. Μπορεί να μην έχουμε πολλά περισσεύματα, αλλά όσα περισσεύματα αγάπης, ανθρωπιάς, καλοσύνης έχουμε, καλύτερα να τα δώσουμε. Να μην τα κρατήσουμε για τον εαυτό μας. Υπάρχουν άνθρωποι που μας χρειάζονται. Άνθρωποι που ίσως δε γνώρισαν αγάπη και καλοσύνη ή ίσως να τα εισέπραξαν σε μικρότερο βαθμό. Πάντως σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι και ένα χέρι βοήθειας, ένας καλός λόγος ή λίγη ώρα συντροφιάς να είναι για εκείνους το μεγαλύτερο δώρο. Μα κι εμείς οι ίδιοι, δεν είμαστε ίσως όσο αυτόνομοι μπορεί να πιστεύουμε. Δεν είναι κακό να ζητάς βοήθεια ή να δείχνεις αδυναμία. Είναι στοιχεία του ανθρώπου και τα δύο και όταν λείπουν, δεν είμαστε ολοκληρωμένοι άνθρωποι.
Ειδικά όταν η ασθένεια μας χτυπάει την πόρτα. Υπάρχουν κάποιες ύπουλες ασθένειες που μπορεί να μας κάνουν να χάσουμε τον εαυτό μας. Υπάρχουν κι αυτές που δεν τους δίνουμε σημασία και καταλήγουν να κάνουν ακριβώς το ίδιο. Τέτοιες ασθένειες χρησιμοποιεί και ο συγγραφέας στην αφήγησή του, σα να θέλει να μας θυμίσει πόσο ανήμποροι μπορούμε να γίνουμε ακόμα και την πιο δυνατή στιγμή μας. Ο εκφυλισμός του μυαλού είναι άσχημο φαινόμενο. Όπως είναι και η ακινητοποίηση των άκρων. Κανένα από τα δύο δεν είναι το μικρότερο κακό και κανείς δε θα έπρεπε να διαλέξει.
Ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης γεννήθηκετο 1970 στο Δυτικό Πέλλας. Εργάζεται ως φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση.
Του ίδιου:
Τρεις μνήμες και δύο ζωές
(διηγήματα), Μεταίχμιο, 2005
Καλά μόνο να βρεις
(νουβέλα), Κέδρος, 2006
Το παραμύθι του ύπνου
(μυθιστόρημα), Μεταίχμιο, 2008
Αστοχία υλικού
(μυθιστόρημα), Μεταίχμιο, 2010
Ζώνη πυρός
(διηγήματα), Μεταίχμιο, 2014
Η ιδιωτική μου αντωνυμία
(μικρά πεζά), Κίχλη, 2018