«Το ποτάμι των χιλίων τυφλών» από τον Πάνο Δημάκη #BookReview

Γράφει η Γεωργία Κωστοπούλου

 

Πρώτη φορά άκουσα το όνομα «Πάνος Δημάκης» όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Δεκαεπτά κλωστές» το οποίο μου κίνησε την περιέργεια και θέλησα να το διαβάσω. Πραγματική ιστορία στα Κύθηρα του 1909, ένα ειδεχθές έγκλημα, ήταν σαν να μου φωνάζει «διάβασέ με!». Άλλα βιβλία μπήκαν στη μέση και δεν τα κατάφερα. Διάβασα όμως τώρα το νέο του βιβλίο και πείστηκα ότι και το προηγούμενο θα μου άρεσε. Κι αυτό γιατί η γραφή του Δημάκη μου ταίριαξε.

Αυτή τη φορά η ιστορία είναι τελείως φανταστική. Βρισκόμαστε στη Μερζένιστα του 1949, μια κωμόπολη της ορεινής Αρκαδίας που δεν υπάρχει στο χάρτη. Εκεί, η Μάγδα Ζεΐρη αναπολεί τις ένδοξες ημέρες της δημαρχίας του συζύγου της, τότε που ήταν η πρώτη κυρία της Μερζένιστας και είχε ενεργό ρόλο στα πολιτιστικά της κωμόπολης αλλά και στην επιμόρφωση και θρησκευτική παιδεία των πολιτών. Και τώρα δεν είναι άσχημα. Παρ’ όλο που ο Ζεΐρης έχει πεθάνει και τη δημαρχία έχει πάρει πλέον ο αντίπαλός της, εκείνη ακόμα χαίρει του σεβασμού των συμπολιτών της. Τη χαιρετούν και της απευθύνονται στον πληθυντικό και με σεβασμό και θεωρείται σοφή γυναίκα, κάποια στην οποία θα προστρέξουν για συμβουλή και βοήθεια.

Η Μάγδα μεγάλωσε έχοντας πρότυπο τον πατέρα της. Εκείνος της μιλούσε για την αξία της ηθικής και της θρησκείας και αυτή ήταν και η παντιέρα της Μάγδας, τόσο στο μέρος που πρωτοδιορίστηκε δασκάλα, όσο και στη Μερζένιστα. Όμως όπως ακριβώς και ο πατέρας της, έτσι και η Μάγδα θεωρεί πως είναι πολύ καλύτερη και πολύ σοφότερη των υπολοίπων, εκτός ίσως του συζύγου της, αλλά τώρα πια εκείνος δεν υπάρχει. Έτσι η Μάγδα καταλήγει στη σκέψη πως πρέπει να ελέγξει το πως ζουν οι συμπολίτες της, να σιγουρευτεί ότι ακολουθούν πιστά τα όσα τους λέει και, τέτοιοι που είναι τους αξίζει και ό,τι πάθουν. Με αφορμή μια γυναίκα που προστρέχει σε εκείνη για τη συμβουλή της σε ένα οικογενειακό θέμα, η δημαρχίνα θεοποιεί τον εαυτό της, βρίσκει τη χαμένη εξουσία από την οποία τρέφεται το «εγώ» της και βυθίζει τη Μερζένιστα σε ένα έρεβος που ξυπνά μίση και πάθη καλά κρυμμένα, μετατρέποντάς τη σε ένα καζάνι που βράζει μέχρι να εκραγεί.

Ο συγγραφέας έχει πολύ σοφά επιλέξει την εποχή που ο εμφύλιος μόλις έχει τελειώσει και που ο πόνος είναι νωπός ακόμα, ώστε να μας θυμίσει πόσο εύκολα ξεχνάμε σαν λαός. Αυτό ήταν άλλωστε και ένα από τα επιχειρήματα του Δημάρχου προς το τέλος του βιβλίου. Να αφήσουν τις έχθρες και τα μίση, να ενωθούν, να μονιάσουν και να προχωρήσουν μπροστά. Όμως πόσο εύκολα πορώνεται ο άνθρωπος με μια ιδέα που του έχουν βάλει στο μυαλό, με επιχειρήματα σωστά ή αναληθή, δεν έχει σημασία. Η ψυχολογία του όχλου είναι νομίζω ένας όρος που δεν μας αρέσει ιδιαίτερα να τον ακούμε. Ο συγγραφέας όμως κατάφερε να τον ζωντανέψει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του και να μας δείξει μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε από μια ασήμαντη αφορμή.

Άλλη μια κινητήριος δύναμη είναι και η εξουσία. Αυτή που ξεγελά τον άνθρωπο και τον παρασύρει στα βάθη της, γιατί ύψη δυστυχώς σπάνια έχει. Όσους τους έχει μεθύσει η εξουσία, πιο εύκολα θα τους βρούμε στα σκοτάδια και στα κατακάθια του βάλτου, παρά στα καθάρια νερά ενός ποταμού. Ένας τέτοιος άνθρωπος, μεθυσμένος από την εξουσία και τη δύναμή της, είναι και η Μάγδα Ζεΐρη. Μπορεί προς τους άλλους να δείχνει ότι είναι πάντα στον αφρό, ότι τηρεί με προσήλωση τα όσα τους διδάσκει, τα όσα απαιτεί από εκείνους, μπορεί ακόμα και η ίδια να πιστεύει ότι έτσι ακριβώς είναι, τίμια και ηθική, τηρώντας το λόγο του Θεού, εντούτοις η καρδιά της είναι μαύρη σαν το κάρβουνο. Η εξουσία την έχει κατακτήσει και την έχει κάνει υποχείριό της, την έχει διαφθείρει μέχρι το μεδούλι, ενώ η Μάγδα θεωρεί πως έχει η ίδια τον έλεγχο.

Τελειώνοντας το βιβλίο, διάβασα το σημείωμα του συγγραφέα για τον τρόπο που επέλεξε τόσο το όνομα της κωμόπολης όσο και αυτά αρκετών από τους κατοίκους της και δεν μπόρεσα να μη συμφωνήσω με τις εξαιρετικές επιλογές. Μπορεί εγώ να μην αναγνώρισα εξαρχής τη σημασία όλων των ονομάτων, όσοι όμως γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα καλύτερα από εμένα, είμαι σίγουρη πως καθώς διαβάζουν, θα κάνουν κάποιες από τις συνδέσεις γνωρίζοντας τις προσωπικότητες αυτών των χαρακτήρων και το ρόλο τους στην ιστορία.

Με περιγραφές που ζωντανεύουν την αρκαδική γη, πολυδιάστατους χαρακτήρες και μια ιστορία που εξελίσσεται και προχωράει σε κάθε σελίδα, ο Πάνος Δημάκης καταφέρνει να κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα.

Διαβάστε το!

 

Εκδόσεις Διόπτρα

 

Λίγα λόγια για το συγγραφέα:

Ο Πάνος Δημάκης μεγάλωσε στο Άστρος Αρκαδίας και από το 1995 ζει στην Αθήνα, όπου σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δούλεψε για 18 μήνες ως μεταφραστής στην Οργανωτική Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα. Έχει μεταφράσει για τις Εκδόσεις Καζαντζάκη τα έργα του Νίκου Καζαντζάκη Ο καπετάν Μιχάλης και Ο ανήφορος, το δεύτερο μάλιστα σε πρώτη παγκόσμια μετάφραση, καθώς και αφηγήματα από τα αγγλικά και τα ιταλικά. Επίσης, διατηρεί μεταφραστικό γραφείο, όπου ασχολείται κυρίως με οικονομικά και νομικά κείμενα. Διδάσκει εδώ και χρόνια επαγγελματικά αγγλικά και ισπανικά σε στελέχη πολυεθνικών εταιρειών. Εμφανίζεται στην επιτυχημένη εκπομπή του Mega The Chase ως «το Γεράκι». Επιπλέον, είναι δημιουργός του podcast Χίλιες και μία λέξεις για την ελληνική γλώσσα. Εκτός από το Ποτάμι των χιλίων τυφλών έχει γράψει τα εξής βιβλία: το λεξικό Βερβενιώτικο ιδίωμα, το αγγλικό ετυμολογικό λεξικό Etymolexicon και το μυθιστόρημα Δεκαεπτά κλωστές, το οποίο θα μεταφερθεί στη μικρή οθόνη από την Cosmote TV σε σενάριο Μιρέλλας Παπαοικονόμου και σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια.

 

Leave a Reply / Αφήστε ένα σχόλιο

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.