«Σκοτεινή Κληρονομιά» από τον Γιώργο Αγγελίδη #BookReview

Γράφει η Γεωργία Κωστοπούλου

 

Ο Γιώργος Αγγελίδης είναι ένας πολύ ταλαντούχος άνθρωπος και πολύ αγαπημένος συγγραφέας, σεναριογράφος και μεταφραστής. Αγαπάει αυτό που κάνει και η αγάπη αυτή φαίνεται σε οτιδήποτε καταπιάνεται. Πριν μερικά χρόνια είχε γράψει μια τριλογία φαντασίας με τίτλο «Η Αυτοκρατορία του Φεγγαριού» που αγαπήθηκε πολύ. Πιο πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Ζωές στο αντίθετο ρεύμα» που είχε πιο κοινωνικό χαρακτήρα. Τώρα, έρχεται με ένα βιβλίο πολύ πιο σκοτεινό, που παίζει με το μυαλό του αναγνώστη, ακριβώς όπως παίζει και με το μυαλό των χαρακτήρων του βιβλίου.

Βρισκόμαστε στο σήμερα, όπου σε μια απόμερη μεριά ενός νησιού, ξεκινάνε οι εργασίες για να χτιστεί ένα ξενοδοχείο στην περιοχή. Άλλοι είναι ενθουσιασμένοι, άλλοι όχι, όπως γίνεται κάθε φορά. Όλοι όμως θα ενδιαφερθούν όταν βρεθεί ένα μουμιοποιημένο πτώμα σε ένα καλά κρυμμένο πλυσταριό. Το πτώμα θυμίζει έκπτωτο άγγελο και οι δεισιδαιμονίες θα κάνουν την εμφάνισή τους στο νου των πιο παλιών, με αποτέλεσμα να αναφωνήσουν «Η Κυρά των Αγγέλων». Η ανοικοδόμηση θα αναβληθεί μέχρι νεοτέρας, για να ξεκινήσει η αστυνομική έρευνα.

Πίσω στο 1940, μια νέα κοπέλα μένει ορφανή, με μόνο στήριγμα το θείο της. Εκείνος όμως θα πρέπει να φύγει για τον πόλεμο και δεν μπορεί να την αφήσει μονάχη της. Έχασε τη μητέρα της, έχασε τον πατέρα της και τώρα χάνει και το θείο της. Θα πάνε μαζί σε ένα μοναστήρι, όπου η κοπέλα θα μπορεί να δουλέψει και έτσι να προστατευτεί από όλα τα δεινά του πολέμου, τώρα που δεν θα έχει κανέναν πια δίπλα της. Το μοναστήρι της Κυράς των Αγγέλων είναι καθολικό και βρίσκεται στην άλλη άκρη του νησιού, όμως οι επιλογές της είναι λιγοστές. Μόνο που, απ’ ότι φαίνεται, πίσω από τα καλοκάγαθα πρόσωπα των μοναχών, κρύβεται κάποιο σκοτεινό μυστικό.

Αρκετά χρόνια αργότερα, στην Αμερική του 1996, η Έμμα μεγαλώνει μόνη της την κόρη της με δυσκολία. Κάθε μέρα η ζωή τους χειροτερεύει καθώς τους πνίγουν τα χρέη και η απελπισία. Όταν λοιπόν μαθαίνει πως κάποιος που δε γνωρίζει της έχει κληροδοτήσει ένα μοναστήρι σε ένα ελληνικό νησί, μην έχοντας και πολλά να χάσει, παίρνει την απόφαση να προσπαθήσει να στήσει ένα νέο σπιτικό εκεί. Όταν όμως φτάνει στο μοναστήρι τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα από όσο νόμιζε. Το μοναστήρι μοιάζει στοιχειωμένο και το γεγονός ότι όλοι του οι κάτοικοι εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς μέσα σε μια νύχτα, ζωντανεύει τα σκοτάδια και ό,τι καραδοκεί μέσα τους. Και η κρύα υποδοχή των κατοίκων του κοντινού χωριού δε βοηθάει καθόλου.

Στη συγκεκριμένη ιστορία, ο Αγγελίδης χρησιμοποιεί αρκετές τεχνικές, που σκοπό έχουν να δώσουν το ύφος που επιθυμεί στο μυθιστόρημά του. Όχι μόνο το ύφος αλλά και την ατμόσφαιρα. Αφενός έχουμε το μέρος όπου όλα ξεκινάνε. Ένα νησί, μια μικρή κοινωνία. Ο άντρας, που επιστρέφει πίσω στον τόπο του, με σκοπό να φτιάξει κάτι μεγαλόπνοο, κάτι που θα δώσει ζωή σε ολόκληρο το νησί. Και όπως όλες οι μικρές κοινωνίες, έτσι κι αυτή εδώ, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και τους δικούς της κανόνες. Κάποιοι υποστηρίζουν την προσπάθεια και κάποιοι δεν τη χαιρετίζουν και με πολύ ενθουσιασμό. Άλλοι θέλουν τις θέσεις εργασίας που θα φέρει και άλλοι απεχθάνονται τον τουρισμό και το «κακό» που θα κάνουν οι τουρίστες στον τόπο. Η ίδια τεχνική φαίνεται πιο έντονα αργότερα, στα κεφάλαια που διαβάζουμε για την ιστορία της Έμμας. Πως γίνεται δεκτή από του ντόπιους όταν τη θεωρούν απλά περαστική και πως την αντιμετωπίζουν όταν μαθαίνουν το σκοπό της επίσκεψής της. Η επίδραση της μικρής, κλειστής κοινωνίας τόσο στη συγκεκριμένη ιστορία, όσο και γενικότερα, φαίνεται όσο προχωρούν τα κεφάλαια με την οπτική της Έμμας και η κατάσταση ξεφεύγει από τα όρια. Η κλειστή κοινωνία του νησιού και το πως αυτή αποδέχεται ή όχι το διαφορετικό, φαίνεται σε κάποια σημεία και στην τρίτη ιστορία, αυτή του 1940, πιο πολύ όμως όταν βλέπουμε το παρελθόν της κοπέλας πριν το μοναστήρι, κάτι που δε γίνεται από την αρχή.

Αφετέρου, έχουμε τις διαφορετικές χρονικές περιόδους. Βουτάμε λοιπόν σε ένα ταξίδι που μας πετάει από τη μια εποχή στην άλλη, προσπαθώντας να ενώσουμε τα κομμάτια και να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει. Έχοντας το αποτέλεσμα στο σήμερα, πρέπει να πάμε πίσω στο παρελθόν για να καταλάβουμε τι έχει συμβεί. Κι ενώ μας πάει αρκετά πίσω, δε θα επανέλθουμε στο σήμερα παρά μόνο στο τέλος. Έχουμε δηλαδή τρεις χρονικές περιόδους, αλλά στην ουσία, όλη η ιστορία διαδραματίζεται στις δύο του παρελθόντος. Σε ποια εποχή όμως ανήκει το μουμιοποιημένο πτώμα που βρέθηκε, κανείς δεν ξέρει. Μέχρι να ολοκληρωθεί η αφήγηση ταλαντευόμαστε και κάνουμε σενάρια, αλλά η απάντηση θα αργήσει πολύ.

Ο Γιώργος Αγγελίδης περιπλέκει την πραγματικότητα με τη φαντασία, την αλήθεια με το ψέμα, τόσο, που μέχρι τις τελευταίες σελίδες αναρωτιέσαι τι πραγματικά συνέβη και τι όχι. Το κλίμα σε ολόκληρο το βιβλίο είναι τέτοιο που παραπαίει ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία. Είναι αλήθεια τα όσα βιώνουν οι χαρακτήρες ή είναι παραισθήσεις; Ο ίδιοι οι ήρωες του βιβλίου δυσκολεύονται να αντιληφθούν τη διαφορά και λογικό είναι να δυσκολευτούμε κι εμείς ως αναγνώστες.

Υπάρχουν κάποια στοιχεία, ειδικά αυτά του παρόντος, που είναι ξεκάθαρα. Όμως, όσο πιο πίσω πάμε στο παρελθόν, κι ενώ νομίζουμε ότι όσα διαβάσαμε είναι ξεκάθαρα, η εικόνα που έχουμε αρχίζει να μπερδεύεται, να ξεθωριάζει στις άκρες. Τα όρια θολώνουν. Αυτή, είναι η επίδραση των αναξιόπιστων αφηγητών σε μια ιστορία και ο συγγραφέας εδώ, τους χειρίζεται δεξιοτεχνικά. Δε μας δίνει μια στείρα αφήγηση και μια αναδρομή στο παρελθόν, όπου παραθέτει όλα τα στοιχεία με χρονική ή οποιαδήποτε άλλη σειρά. Διαβάζουμε και προσπαθούμε να ξεδιαλύνουμε την ομίχλη που περιβάλει το παρελθόν. Κι ακόμα περισσότερο, την ομίχλη που έχει θολώσει το παρελθόν των δύο γυναικών πριν εμείς τις γνωρίσουμε. Τίποτα δεν ξεκινάει από όταν μας συστήνονται οι χαρακτήρες, κι όσο εκείνες μας δίνουν την οπτική τους τόσο μπερδεύεται το κουβάρι. Και κάθε φορά που λέμε τώρα θα φτάσουμε στην άκρη, τόσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε.

Μαγεία, θρησκεία, σκοτάδι, παραισθήσεις ή στοιχειά και περίεργες τελετές. Το βιβλίο αυτό έχει ότι χρειάζεται για να μπερδέψει το μυαλό μέχρι την τελευταία του σελίδα.

 

Εκδόσεις BELL

 

Λίγα λόγια για το συγγραφέα

Ο Γιώργος Αγγελίδης γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου και σπούδασε Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία με ειδίκευση στη Λογοτεχνία και τον Πολιτισμό. Έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα του Πολιτισμού και του Κινηματογράφου. Η τριλογία fantasy Η Αυτοκρατορία του Φεγγαριού (2015-2017) ήταν το πρώτο του λογοτεχνικό έργο. Το 2017, υπέγραψε το σενάριο της δημοφιλούς παράστασης Δικός Σου, η οποία απέσπασε το βραβείο κοινού στα 6α Queer Theater Awards. Το 2018, το μικρού μήκους σενάριό του Cicada εκδόθηκε στο Χόλιγουντ και απέσπασε σειρά βραβείων και διακρίσεων (Βραβείο Καλύτερου Σεναρίου Μικρού Μήκους και Βραβείο

Courage & Fortitude στο Fresh Voices Screenplay Competition 2018-2019, Επίσημη Επιλογή στο Orlando Film Festival 2019 κ.ά.). Το 2020 εκδόθηκε στο Λος Άντζελες το σενάριό του Stigma, ενώ κυκλοφόρησε online η ταινία μικρού μήκους Morosis. Έχει συμμετάσχει σε πληθώρα λογοτεχνικών συλλογών. Εργάζεται ως μεταφραστής λογοτεχνικών βιβλίων και παιδικών τηλεοπτικών σειρών και ως επιμελητής στον ιστότοπο Will o’Wisps. Συνεργάζεται εθελοντικά με τη θεατρική και κινηματογραφική ομάδα της Κιβωτού του Κόσμου.

 

Leave a Reply / Αφήστε ένα σχόλιο

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.